Μετά το βιασμό της από τον Λιάπουρα, ο οποίος θεωρούσε τον εαυτό του άρχοντα και αφέντη της περιοχής, η Χρύσα τον σκοτώνει, και ο αδελφός της Τάσος παίρνει πάνω του το φονικό. Μετά από έξι χρόνια βγαίνει από τη φυλακή και επιστρέφει στις πλαγιές του Παρνασσού, όντας αποφασισμένος να μην ξαναπιάσει όπλο στα χέρια του. Όμως τα αδέλφια του νεκρού, με πρώτο και καλύτερο τον Βάγια θέλουν να πάρουν εκδίκηση. Ο Τάσος δεν κρύβει τη συμπάθειά του για τη χήρα του Λιάπουρα, τη Δέσπω, κι η Χρύσα τραβά το ενδιαφέρον του Στάμου, εξαδέλφου του Βάγια, προκαλώντας την οργή του τελευταίου. Ο πνιγμός του Βάγια στον κοντινό βάλτο, μετά την αποτυχημένη απόπειρά του να κάψει το σπίτι του Τάσου, κλείνει οριστικά έναν κύκλο θανάσιμου μίσους.